11.



    Αρκετή ώρα μετά και χωρίς να έχουν συναντήσει ίχνος της οντότητας, σταμάτησαν μπροστά από ένα κατάστημα με αντρικά ρούχα για να πάρουν μια ανάσα. Η Τίφανι έβγαλε ένα πακέτο μπισκότα από το σακίδιό της κι άρχισε να μασουλάει.
«Είσαι τυχερή», σχολίασε ο Λυγξ. «Οι περισσότεροι δεν έχουν τόσο μεγάλο προσδόκιμο ζωής στον Κρυπτόκοσμο».
«Γιατί αυτό;» ρώτησε η Τίφανι, νιώθοντας ξαφνικά το στόμα της στεγνό.
«Διότι, παρόλο που δεν το βλέπεις, οι Κρυμμένες Πραγματικότητες βρίθουν από πράγματα που θα σε σκότωναν. Χμ, θα μπορούσες να πεις ότι ο Κρυπτόκοσμος είναι η Αυστραλία του Όλου».
«Δεν καταλαβαίνω», είπε άψυχα η κοπέλα.
Ο Λυγξ έγλειψε το πόδι του και χτένισε το αριστερό αυτί του.
«Κοίτα», είπε το αιλουροειδές, «οι πιο πολλοί σκοτώνονται όταν εμφανίζονται εδώ. Μερικοί φεύγουν από φυσικά αίτια – εμφράγματα, εγκεφαλικές αιμορραγίες, τέτοια πράγματα. Ο ανθρώπινος νους δεν δέχεται εύκολα πως όσα γνώριζε όλη του την ζωή δεν ισχύουν κι έτσι απενεργοποιείται. Συνήθως, όσο μεγαλύτερος είσαι, τόσο πιο εύκολο είναι να τινάξεις τα πέταλα· οι πεποιθήσεις των ενηλίκων είναι πιο παγιωμένες. Αρνούνται οτιδήποτε είναι εκτός των γνωστικών ορίων που οι ίδιοι έχουν θέσει».
Έκανε ένα μικρό διάλειμμα για να χτενίσει και το άλλο του αυτί και συνέχισε:
«Ξέρεις, ένα παιδί θα είχε αρκετές πιθανότητες επιβίωσης σε αντίθεση με έναν ενήλικα. Τα παιδιά είναι πιο δεκτικά. Βέβαια, ακόμα κι αν κατάφερνε να επιζήσει από την αποκοπή του, θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους του Κρυπτόκοσμου. Όπως σου είπα, κάθε βήμα εδώ είναι μια νέα συναρπαστική περιπέτεια».
«Σαν αυτό το πράγμα που μας κυνηγούσε;»
«Ακριβώς. Εγώ το αποκαλώ Βοή, νομίζω ότι είναι κατάλληλο όνομα».
«Τι είναι;»
«Θραύσματα ήχων που πήραν μορφή και απέκτησαν υποτυπώδη ευφυΐα. Ένα πλάσμα φτιαγμένο από φωνές και θόρυβο».
«Και τι θέλει; Γιατί με κυνηγάει;»
«Ποιος μπορεί να ξέρει τους απώτερους σκοπούς του ή αν έχει καν τέτοιους; Ίσως να ακολουθεί απλώς το ένστικτό του».
«Τι μου συνέβη;» ρώτησε η Τίφανι. «Πώς ήρθα εδώ;»
«Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται αποκοπή», απάντησε ο Λυγξ. «Το παθαίνουν περισσότεροι απ’ όσο φαντάζεσαι».
«Και τι σημαίνει;»
Το πλάσμα ξάπλωσε με τα μπροστινά του πόδια σταυρωμένα χαλαρά.
«Σημαίνει ότι κάποιος πήρε τη θέση σου στον κόσμο σου».
«Υποτίθεται ότι πρέπει να καταλάβω τι σημαίνει αυτό;»
Ο Λυγξ την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω, έως ότου η κοπέλα ένιωσε άβολα.
« Συγχώρεσέ με», της είπε τελικά, «μερικές φορές ξεχνάω ότι εσείς οι άνθρωποι δεν έχετε ιδέα για το τι σας περιβάλλει».
«Α, μπα; Ξέρουμε τα πάντα για το διάστημα. Αν θες να ξέρεις, έχουμε πάει στο φεγγάρι και μέχρι το 2000 θα έχουμε στείλει άνθρωπο στον Άρη», απάντησε η Τίφανι θιγμένη.
«Ναι, και;», είπε το αιλουροειδές και χασμουρήθηκε, εκνευρίζοντάς την ακόμα περισσότερο.
«Δεν έχω ακούσει ποτέ μου για καμιά γάτα που να έφτιαξε διαστημόπλοιο», είπε ειρωνικά η κοπέλα.
«Προφανώς δεν είναι το μόνο πράγμα για το οποίο έχεις άγνοια», αποκρίθηκε ο Λυγξ σαρκαστικά. «Νομίζετε ότι είστε τόσο σημαντικοί επειδή βγάλατε το μικρό σας δαχτυλάκι έξω από το πάπλωμα και το ξανατραβήξατε μέσα. Θεωρείτε πως είστε το κέντρο του σύμπαντός σας και ότι τα πάντα δημιουργήθηκαν για εσάς· δεν μπορείτε καν να φανταστείτε τι υπάρχει έξω από το πάπλωμα».
«Για πες μου, λοιπόν, εσύ που ξέρεις», συνέχισε την ειρωνεία η Τίφανι.
«Υπάρχει ένα δωμάτιο. Ένα μεγάλο, σκοτεινό δωμάτιο. Και δεν είστε μόνοι σας εκεί μέσα, υπάρχουν κι άλλα πλάσματα, το καθένα στο δικό του κρεβάτι να συλλογίζεται τι άλλο κρύβεται στο σκοτάδι. Κάποια από αυτά επισκέπτονται το ένα το άλλο κι όλα μαζί αναρωτιούνται αν θα βρουν κι άλλα κρεβάτια».
Η κοπέλα τον άκουγε αμίλητη. Ο πατέρας της πίστευε πάρα πολύ στους εξωγήινους, η ίδια… όχι και τόσο. Ως ιδέα την εξίταρε (είχε διαβάσει τα πάντα για το Ρόσγουελ, για τις απαγωγές των ανθρώπων, για τα κομματιασμένα βοοειδή, ακόμα και για τα foo fighters που είχαν παρατηρηθεί για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’40), όμως περισσότερο το έβλεπε ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας παρά ως πιθανή πραγματικότητα.
«Είσαι εξωγήινος;» ρώτησε τον Λύγκα και το τετράποδο άφησε ένα ρουθούνισμα που έμοιαζε πολύ με ανθρώπινο.
«Από τεχνικής απόψεως, ναι. Δεν αποκαλούμε ‘Γη’ την πατρίδα μας».
«Πώς λέγεται;» είπε η Τίφανι, σίγουρη πως ο αιλουροειδής σύντροφός της θα απαντούσε ‘Θαντέρα’· κάτι που θα επιβεβαίωνε μια σκέψη που βρισκόταν στο πίσω μέρος του μυαλού της, ότι δηλαδή είχε πάθει κάποιο ατύχημα και είχε πέσει σε κώμα.
«Ασσούρ», απάντησε ο Λυγξ και η φωνή του είχε μια νότα νοσταλγίας.
«Άρα είσαι κι εσύ από ένα τέτοιο… χμ, κρεβάτι. Σωστά;»
«Όχι. Ο δικός μου κόσμος είναι ένα τελείως διαφορετικό δωμάτιο».
Το στόμα της Τίφανι άνοιξε διάπλατα καθώς συνειδητοποιούσε τη βαρύτητα των λέξεών του.
«Εννοείς… είσαι από άλλο γαλαξία;»
«Το κάθε δωμάτιο δεν είναι απλώς ένας γαλαξίας, Τίφανι. Είναι ολόκληρο το σύμπαν σου. Είμαι από διαφορετικό σύμπαν. Από έναν τελείως άλλο Κόσμο».
Η κοπέλα έμοιαζε πελαγωμένη κι ο Λυγξ το κατάλαβε. Τέντωσε τα αυτιά του όμως δεν εντόπισε τον παραμικρό ήχο. Η Βοή ήταν πολύ μακριά – αυτό σήμαινε πως είχαν λίγο χρόνο μπροστά τους για κουβέντα.
«Μάλλον πρέπει να μάθεις κάποια πράγματα», της είπε κι η δεκαεπτάχρονη συμφώνησε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου